Διεθνές - Ευρωπαϊκό επίπεδο / Δίκαιο προστασίας καταναλωτή χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών
- 29
- ΙΟΥ
- 2007
Οδηγία 85/577/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 20ής Δεκεμβρίου 1985
για την προστασία των καταναλωτών κατά τη σύναψη συμβάσεων εκτός εμπορικού καταστήματος
Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 372 της 31/12/1985 σ. 0031 – 0033
ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 20ής Δεκεμβρίου 1985 για την προστασία των καταναλωτών κατά τη σύναψη συμβάσεων εκτός εμπορικού καταστήματος - (85/577/ΕΟΚ)
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 100,
την πρόταση της Επιτροπής (1),
(1) ΕΕ αριθ. C 22 της 29.1.1977, σ. 6 και ΕΕ αριθ. C 127 της 1.6.1978, σ. 6.
τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (2),
(2) ΕΕ αριθ. C 241 της 10.10.1977, σ. 26.
τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (3),
(3) ΕΕ αριθ. C 180 της 28.7.1977, σ. 39.
Εκτιμώντας:
ότι η σύναψη συμβάσεων ή η μονομερής ανάληψη υποχρεώσεων μεταξύ εμπόρου και καταναλωτή εκτός εμπορικού καταστήματος αποτελεί συνήθη εμπορική πρακτική στα κράτη μέλη· ότι αυτές οι συμβάσεις και μονομερείς αναλήψεις υποχρεώσεων διέπονται από διαφορετική νομοθεσία, ανάλογα με το κράτος μέλος·
ότι οι διαφορές μεταξύ των νομοθεσιών μπορεί να έχουν άμεση επίδραση στη λειτουργία της κοινής αγοράς και συνεπώς ότι είναι αναγκαίο να υπάρξει προσέγγιση των νομοθεσιών σ’ αυτόν τον τομέα·
ότι το προκαταρκτικό πρόγραμμα της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας για μια πολιτική προστασίας και ενημέρωσης των καταναλωτών (4) προβλέπει, μεταξύ άλλων, στις παραγράφους 24 και 25, ότι πρέπει να ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα για την προστασία των καταναλωτών από κάθε αθέμιτη εμπορική πρακτική στις κατ’ οίκον πωλήσεις· ότι με το δεύτερο πρόγραμμα της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας για μια πολιτική προστασίας και ενημέρωσης των καταναλωτών (5) επιβεβαιώθηκε η συνέχιση των ενεργειών και προτεραιοτήτων του προκαταρκτικού προγράμματος·
(4) ΕΕ αριθ. C 92 της 25.4.1975, σ. 2.
(5) ΕΕ αριθ. C 133 της 3.6.1981, σ. 1.
ότι το ειδικό χαρακτηριστικό των συμβάσεων που συνάπτονται εκτός εμπορικού καταστήματος είναι ότι, κατά κανόνα, οι διαπραγματεύσεις αρχίζουν με πρωτοβουλία του εμπόρου, ενώ ο καταναλωτής είναι τελείως απροετοίμαστος και καταλαμβάνεται εξ απήνης· ότι συχνά ο καταναλωτής δεν είναι σε θέση να συγκρίνει την ποιότητα και την τιμή της προσφοράς με άλλες προσφορές· ότι γενικά αυτό το στοιχείο αιφνιδιασμού δεν υπάρχει μόνο στις συμβάσεις που συνάπτονται στο κατ’ οίκον εμπόριο, αλλά και σε άλλες μορφές συμβάσεων, όταν τη σχετική πρωτοβουλία αναλαμβάνει ο έμπορος εκτός του εμπορικού του καταστήματος·
ότι ο καταναλωτής πρέπει να έχει δικαίωμα υπαναχώρησης επί επτά τουλάχιστον μέρες, ώστε να μπορεί να εκτιμήσει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τη σύμβαση·
ότι πρέπει να ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα, ώστε να διασφαλίζεται ότι ο καταναλωτής θα πληροφορείται εγγράφως ότι διαθέτει αυτή την περίοδο μελέτης·
ότι δεν πρέπει να περιοριστεί η ελευθερία των κρατών μελών να διατηρούν ή να θεσπίζουν την ολική ή μερική απαγόρευση της σύναψης συμβάσεων εκτός εμπορικών καταστημάτων, εφόσον κρίνουν ότι το μέτρο αυτό εξυπηρετεί το συμφέρον των καταναλωτών,
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:
Άρθρο 1
1. Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στις συμβάσεις παροχής αγαθών ή υπηρεσιών από έναν έμπορο προς έναν καταναλωτή, οι οποίες συνάπτονται:
- κατά τη διάρκεια εκδρομής που οργανώνεται από τον έμπορο εκτός του εμπορικού του καταστήματος, ή
- κατά τη διάρκεια επίσκεψης του εμπόρου:
i) στο σπίτι του ίδιου ή άλλου καταναλωτή,
ii) στον τόπο εργασίας του καταναλωτή,
όταν η επίσκεψη δεν γίνεται μετά από ρητή αίτηση του καταναλωτή.
2. Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται επίσης στις συμβάσεις για την παροχή άλλων αγαθών ή υπηρεσιών, εκτός από εκείνα για τα οποία ο καταναλωτής ζήτησε την επίσκεψη του εμπόρου, υπό τον όρο ότι ο καταναλωτής, όταν ζητούσε την επίσκεψη αυτή, δεν γνώριζε, ή δεν ήταν ευλόγως δυνατόν να γνωρίζει ότι η παροχή αυτών των άλλων αγαθών ή υπηρεσιών συγκαταλέγεται στις εμπορικές ή επαγγελματικές δραστηριότητες του εμπόρου.
3. Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται επίσης στις συμβάσεις κατά τις οποίες ο καταναλωτής υπέβαλε προσφορά υπό συνθήκες ανάλογες με τις συνθήκες της παραγράφου 1 ή της παραγράφου 2, έστω και αν η υποβολή της προσφοράς δεν δέσμευε τον καταναλωτή μέχρι την αποδοχή της από τον έμπορο.
4. Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται επίσης στις συμβατικές προσφορές τις οποίες υποβάλλει ο καταναλωτής υπό συνθήκες ανάλογες με τις συνθήκες της παραγράφου 1 ή της παραγράφου 2, εφόσον ο καταναλωτής δεσμεύεται από την προσφορά του.
Άρθρο 2
Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας:
- «καταναλωτής» είναι το φυσικό πρόσωπο το οποίο, με τις συναλλαγές που καλύπτει η παρούσα οδηγία, επιδιώκει σκοπούς που μπορούν να θεωρηθούν άσχετοι με την επαγγελματική του δραστηριότητα·
- «έμπορος» είναι το φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο, κατά τις ανωτέρω συναλλαγές, ενεργεί με την εμπορική ή επαγγελματική του ιδιότητα, καθώς και κάθε πρόσωπο που ενεργεί εξ ονόματος ή για λογαριασμό ενός εμπόρου.
Άρθρο 3
1. Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν ότι η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται μόνο στις συμβάσεις για τις οποίες ο καταναλωτής οφείλει να καταβάλει ποσό που υπερβαίνει ένα καθορισμένο ύψος. Το όριο αυτό δεν είναι δυνατό να υπερβαίνει τα 60 ECU.
Το Συμβούλιο, ύστερα από πρόταση της Επιτροπής, εξετάζει, ανά διετία, και για πρώτη φορά το αργότερο τέσσερα χρόνια μετά την κοινοποίηση της παρούσας οδηγίας, και ενδεχομένως αναθεωρεί το ποσό αυτό, σύμφωνα με τις οικονομικές και νομισματικές εξελίξεις στην Κοινότητα.
2. Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στις:
α) συμβάσεις για την κατασκευή, πώληση και μίσθωση ακινήτων ή στις συμβάσεις που αφορούν άλλα δικαιώματα σχετικά με ακίνητα.
Οι συμβάσεις για την παράδοση αγαθών και την ενσωμάτωσή τους σε ακίνητα ή οι συμβάσεις για την επισκευή ακινήτων εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας·
β) συμβάσεις για την παροχή τροφίμων, ποτών ή άλλων αγαθών, που προορίζονται για τρέχουσα οικιακή κατανάλωση, και τα οποία προμηθεύουν διανομείς που περνούν συχνά και τακτικά·
γ) συμβάσεις για την παροχή αγαθών ή υπηρεσιών, με την προϋπόθεση ότι πληρούνται οι τρεις ακόλουθοι όροι:
i) η σύμβαση συνάπτεται βάσει καταλόγου του εμπόρου, τον οποίο ο καταναλωτής είχε την ευκαιρία να συμβουλευτεί χωρίς να είναι παρών ο αντιπρόσωπος του εμπόρου,
ii) προβλέπεται η εξακολούθηση της επαφής ανάμεσα στον αντιπρόσωπο του εμπόρου και τον καταναλωτή όσον αφορά τη συγκεκριμένη ή άλλη μεταγενέστερη συναλλαγή,
iii) τόσο ο κατάλογος όσο και η σύμβαση πληροφορούν με σαφήνεια τον καταναλωτή ότι έχει το δικαίωμα να επιστρέψει τα αγαθά στον προμηθευτή μέσα σε χρονικό διάστημα όχι κατώτερο των επτά ημερών από την παραλαβή τους ή να λύσει τη σύμβαση μέσα σ’ αυτό το χρονικό διάστημα, χωρίς να αναλαμβάνει οποιαδήποτε άλλη υποχρέωση, εκτός από μια εύλογη φροντίδα για τα αγαθά αυτά·
δ) ασφαλιστικές συμβάσεις·
ε) συμβάσεις σχετικές με κινητές αξίες.
3. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 1 παράγραφος 2, τα κράτη μέλη μπορούν να μην εφαρμόζουν την παρούσα οδηγία στις συμβάσεις για την παροχή αγαθών ή υπηρεσιών που συνδέονται άμεσα με αγαθά ή υπηρεσίες για τα οποία ο καταναλωτής ζήτησε την επίσκεψη του εμπόρου.
Άρθρο 4
Στην περίπτωση συναλλαγών που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 1, οι έμποροι οφείλουν να πληροφορούν τους καταναλωτές σχετικά με το δικαίωμά τους να υπαναχωρήσουν από τη σύμβαση μέσα στο χρονικό διάστημα που ορίζει το άρθρο 5, και να τους γνωστοποιούν το όνομα και τη διεύθυνση του προσώπου έναντι του οποίου μπορεί να ασκηθεί αυτό το δικαίωμα.
Η υπόμνηση αυτή φέρει ημερομηνία και αναφέρει χαρακτηριστικά στοιχεία που επιτρέπουν να αναγνωρίζεται η συγκεκριμένη σύμβαση. Δίδεται στον καταναλωτή:
α) στην περίπτωση του άρθρου 1 παράγραφος 1, κατά τη σύναψη της σύμβασης·
β) στην περίπτωση του άρθρου 1 παράγραφος 2, το αργότερο κατά τη σύναψη της σύμβασης·
γ) στις περιπτώσεις του άρθρου 1 παράγραφος 3 και του άρθρου 1 παράγραφος 4, όταν ο καταναλωτής υποβάλλει την προσφορά.
Τα κράτη μέλη μεριμνούν για την πρόβλεψη κατάλληλων μέτρων προστασίας των καταναλωτών στην εθνική τους νομοθεσία, στην περίπτωση που δεν παρασχεθούν οι πληροφορίες που προβλέπει το παρόν άρθρο.
Άρθρο 5
1. Ο καταναλωτής έχει το δικαίωμα να υπαναχωρήσει από τη μονομερή ανάληψη υποχρεώσεώς του, αποστέλλοντας ειδοποίηση μέσα σε προθεσμία τουλάχιστον επτά ημερών από την παραλαβή εκ μέρους του της υπόμνησης που αναφέρει το άρθρο 4, και σύμφωνα με τη διαδικασία και τους όρους που ορίζει η εθνική νομοθεσία. Η ειδοποίηση αρκεί να έχει αποσταλεί πριν τη λήξη της εν λόγω προθεσμίας.
2. Η αποστολή της· ειδοποίησης έχει ως συνέπεια την απαλλαγή του καταναλωτή από κάθε υποχρέωση που απορρέει από τη ματαιωθείσα σύμβαση.
Άρθρο 6
Δεν χωρεί παραίτηση του καταναλωτή από τα δικαιώματα που του παρέχει η παρούσα οδηγία.
Άρθρο 7
Σε περίπτωση ασκήσεως του δικαιώματος υπαναχωρήσεως εκ μέρους του καταναλωτή, οι έννομες συνέπειες της υπαναχωρήσεως διέπονται από τα εθνικά δίκαια, ιδίως όσον αφορά την απόδοση πληρωμών για αγαθά ή υπηρεσίες που έχουν παρασχεθεί και την επιστροφή αγαθών που έχουν παραληφθεί.
Άρθρο 8
Η παρούσα οδηγία δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να θεσπίζουν ή να διατηρούν σε ισχύ ευνοϊκότερες διατάξεις για την προστασία των καταναλωτών στο επίπεδο που καλύπτει η παρούσα οδηγία.
Άρθρο 9
1. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία μέσα σε 24 μήνες από την κοινοποίησή της (1). Ενημερώνουν σχετικά αμέσως την Επιτροπή.
(1) Η παρούσα οδηγία κοινοποιήθηκε στα κράτη μέλη στις 23 Δεκεμβρίου 1985.
2. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τα κείμενα των ουσιωδών διατάξεων εθνικού δικαίου που θεσπίζουν στο πεδίο που καλύπτει η παρούσα οδηγία.
Άρθρο 10
Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.
Βρυξέλλες, 20 Δεκεμβρίου 1985.
Για το Συμβούλιο
Ο Πρόεδρος
R. KRIEPS