Διεθνές - Ευρωπαϊκό επίπεδο / Δίκαιο προστασίας καταναλωτή χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών

  • 28
  • ΙΟΥ
  • 2007
Σύσταση 97/489/ΕΚ της Επιτροπής της 30ής Ιουλίου 1997
σχετικά με τις συναλλαγές που γίνονται με μέσα ηλεκτρονικής πληρωμής
και ιδίως όσον αφορά τις σχέσεις μεταξύ του εκδότη και του κατόχου
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 208 της 02/08/1997 σ. 0052 – 0058

ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 30ής Ιουλίου 1997 σχετικά με τις συναλλαγές που γίνονται με μέσα ηλεκτρονικής πληρωμής και ιδίως όσον αφορά τις σχέσεις μεταξύ του εκδότη και του κατόχου (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) (97/489/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 155 δεύτερη περίπτωση,

Εκτιμώντας:

(1) ότι ένας από τους βασικούς στόχους της Κοινότητας είναι να εξασφαλίσει την καλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, για την οποία τα συστήματα πληρωμών αποτελούν ουσιώδες στοιχείο, ότι οι συναλλαγές με ηλεκτρονικά μέσα αντιπροσωπεύουν ένα όλο και μεγαλύτερο μέρος του όγκου και της αξίας των εγχώριων και διασυνοριακών πληρωμών,  ότι αναμένεται ότι, στο σημερινό πλαίσιο ταχείας καινοτομίας και τεχνολογικής προόδου, η τάση αυτή θα επιταχυνθεί αισθητά ως αποτέλεσμα του ευρέως φάσματος καινοτόμων επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, αγορών και ομάδων συναλλασσομένων που δημιουργούνται χάρη στις νέες δυνατότητες που προσφέρει το ηλεκτρονικό εμπόριο,

(2) ότι είναι σημαντικό για τα άτομα και τις επιχειρήσεις να μπορούν να χρησιμοποιούν μέσα ηλεκτρονικής πληρωμής σε ολόκληρη την Κοινότητα, ότι η παρούσα σύσταση έχει ως σκοπό να λάβει υπόψη την πρόοδο που έχει επιτευχθεί στην ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς, ιδίως μετά την ελευθέρωση των κινήσεων κεφαλαίων, και να συμβάλει έτσι στην υλοποίηση της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης,

(3) ότι η παρούσα σύσταση καλύπτει τις συναλλαγές που διενεργούνται με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής, ότι για τους σκοπούς της παρούσας σύστασης, τα μέσα αυτά περιλαμβάνουν εκείνα που επιτρέπουν την (εξ αποστάσεως) πρόσβαση στο λογαριασμό ενός πελάτη, ιδίως τις κάρτες πληρωμής και τις μέσω τηλεφώνου ή κατ' οίκον τραπεζικές εργασίες, ότι οι συναλλαγές με κάρτα πληρωμής καλύπτουν την ηλεκτρονική και μη ηλεκτρονική πληρωμή με κάρτα πληρωμής, περιλαμβανομένων των διαδικασιών για τις οποίες απαιτείται υπογραφή και εκδίδεται απόδειξη, ότι, για τους σκοπούς της παρούσας σύστασης, στα μέσα πληρωμής περιλαμβάνονται επίσης τα επαναφορτιζόμενα μέσα ηλεκτρονικού χρήματος υπό μορφή καρτών με αποθηκευμένη αξία ή ηλεκτρονικών κερμάτων αποθηκευμένων σε μνήμη υπολογιστή που λειτουργεί σε δίκτυο, ότι τα επαναφορτιζόμενα μέσα ηλεκτρονικού χρήματος, λόγω των χαρακτηριστικών τους, και ιδίως της ενδεχόμενης σύνδεσής τους με το λογαριασμό του κατόχου, είναι εκείνα για τα οποία υπάρχει μεγαλύτερη ανάγκη προστασίας του πελάτη, ότι, όσον αφορά τα μέσα ηλεκτρονικού χρήματος, η παρούσα σύσταση περιορίζεται επομένως στην κάλυψη των επαναφορτιζόμενων μέσων,

(4) ότι η παρούσα σύσταση προορίζεται να συμβάλει στην έλευση της κοινωνίας των πληροφοριών και ειδικότερα του ηλεκτρονικού εμπορίου, με την προώθηση της εμπιστοσύνης των πελατών στα μέσα αυτά και της αποδοχής τους από τον τομέα του λιανικού εμπορίου, ότι, για το σκοπό αυτό, η Επιτροπή θα διερευνήσει επίσης τη δυνατότητα προσαρμογής στα σημερινά δεδομένα της σύστασής της 87/598/ΕΟΚ (1), προκειμένου να καθορίσει ένα σαφές πλαίσιο για τις σχέσεις μεταξύ του αποδέκτη ηλεκτρονικών πληρωμών και της τράπεζάς του, ότι, σύμφωνα με τους ανωτέρω στόχους, η παρούσα σύσταση ορίζει τις ελάχιστες απαιτήσεις πληροφόρησης που πρέπει να πληρούν οι όροι και προϋποθέσεις που εφαρμόζονται στις συναλλαγές οι οποίες γίνονται με μέσα ηλεκτρονικής πληρωμής, καθώς και τις ελάχιστες υποχρεώσεις και ευθύνες των ενδιαφερόμενων μερών, ότι αυτοί οι όροι και προϋποθέσεις πρέπει να διατυπώνονται εγγράφως, περιλαμβανομένων κατά περίπτωση των ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας, και να εξασφαλίζουν μια εύλογη ισορροπία μεταξύ των συμφερόντων των ενδιαφερόμενων μερών, ότι, σύμφωνα με την οδηγία 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 1993, σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές (2), αυτοί οι όροι και προϋποθέσεις πρέπει να συντάσσονται με σαφή και κατανοητό τρόπο,

(5) ότι, για την εξασφάλιση διαφάνειας, η παρούσα σύσταση ορίζει τις ελάχιστες απαιτήσεις για την επαρκή πληροφόρηση των καταναλωτών, τόσο κατά τη σύναψη της σύμβασης όσο και μετά τη διενέργεια συναλλαγών με μέσο πληρωμής, περιλαμβανομένης της πληροφόρησης για τις τιμολογούμενες επιβαρύνσεις και τις εφαρμοζόμενες συναλλαγματικές ισοτιμίες και επιτόκια, ότι, όσον αφορά την πληροφόρηση του κατόχου σχετικά με τη μέθοδο υπολογισμού των επιτοκίων, θα πρέπει να γίνει αναφορά στην οδηγία 87/102/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1986, για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών που διέπουν την καταναλωτική πίστη (3), όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 90/88/ΕΟΚ (4),

(6) ότι η παρούσα σύσταση συνιστά ορισμένες ελάχιστες απαιτήσεις όσον αφορά τις αντίστοιχες υποχρεώσεις και ευθύνες των ενδιαφερομένων μερών,  ότι οι πληροφορίες που παρέχονται στον κάτοχο πρέπει να ορίζουν σαφώς την έκταση των υποχρεώσεων του πελάτη ως κατόχου μέσου ηλεκτρονικής πληρωμής που του επιτρέπει να πραγματοποιεί πληρωμές υπέρ τρίτων και ορισμένες χρηματοπιστωτικές συναλλαγές για ίδιο λογαριασμό,

(7) ότι, για να διευκολυνθεί η επίλυση των διαφορών των πελατών, η παρούσα σύσταση καλεί τα κράτη μέλη να μεριμνήσουν ώστε να υπάρχουν πρόσφορα και αποτελεσματικά μέσα επίλυσης των διαφορών μεταξύ εκδοτών και κατόχων, ότι η Επιτροπή δημοσίευσε στις 14 Φεβρουαρίου 1996 πρόγραμμα δράσης για την πρόσβαση των καταναλωτών στη δικαιοσύνη και την επίλυση διαφορών σε θέματα που αφορούν τους καταναλωτές στην εσωτερική αγορά,  ότι το πρόγραμμα δράσης περιλαμβάνει συγκεκριμένες πρωτοβουλίες για την προώθηση εξώδικων διαδικασιών,  ότι προτείνονται αντικειμενικά κριτήρια (παράρτημα ΙΙ) για να εξασφαλιστεί η αξιοπιστία των διαδικασιών αυτών και προβλέπεται η χρησιμοποίηση στερεότυπων εντύπων για την άσκηση αξιώσεων (παράρτημα ΙΙΙ),

(8) ότι η παρούσα σύσταση αποσκοπεί στην εξασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας των καταναλωτών στον τομέα των μέσων ηλεκτρονικής πληρωμής,

(9) ότι η καταγραφή των συναλλαγών που γίνονται με μέσα ηλεκτρονικής πληρωμής έχει ουσιώδη σημασία για τον έλεγχό τους και τη διόρθωση των σφαλμάτων, ότι ο εκδότης πρέπει να φέρει το βάρος της απόδειξης ότι η συναλλαγή καταγράφηκε ορθά, καταχωρήθηκε στους λογαριασμούς και δεν επηρεάστηκε από τεχνική βλάβη ή άλλη δυσλειτουργία,

(10) ότι, με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων που έχει ο κάτοχος βάσει του εθνικού δικαίου, οι εντολές πληρωμής του κατόχου για συναλλαγές που γίνονται με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής πρέπει να είναι αμετάκλητες, εκτός εάν το ποσό τους δεν είχε προσδιοριστεί κατά το χρόνο που δόθηκε η σχετική εντολή,

(11) ότι πρέπει να ορισθούν κανόνες σχετικά με την ευθύνη του εκδότη για τη μη εκτέλεση ή τη μη ορθή εκτέλεση των εντολών πληρωμής ενός κατόχου και για συναλλαγές που γίνονται παρά τη βούλησή του, με την επιφύλαξη πάντα των υποχρεώσεων που έχει ο κάτοχος σε περίπτωση απώλειας ή κλοπής μέσων ηλεκτρονικής πληρωμής,

(12) ότι η Επιτροπή θα παρακολουθεί την εφαρμογή της παρούσας σύστασης και, εφόσον κρίνει ότι η εφαρμογή δεν είναι ικανοποιητική, προτίθεται να προτείνει την έκδοση κατάλληλης δεσμευτικής νομοθεσίας η οποία θα καλύπτει τα θέματα που αφορά η παρούσα σύσταση,

ΣΥΝΙΣΤΑ:

ΜΕΡΟΣ I

ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΙ

Άρθρο 1

Πεδίο εφαρμογής

1. Η παρούσα σύσταση εφαρμόζεται στις ακόλουθες συναλλαγές:

α) μεταφορές χρηματικών ποσών, εκτός των εντελλόμενων και εκτελούμενων από χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, που γίνονται με μέσο ηλεκτρονικής πληρωμής,

β) αναλήψεις μετρητών με μέσο ηλεκτρονικής πληρωμής και φόρτιση (και αποφόρτιση) μέσου ηλεκτρονικού χρήματος, σε μηχανήματα αυτόματης ανάληψης και σε αυτόματες ταμειολογιστικές μηχανές ή στα καταστήματα του εκδότη ή ενός ιδρύματος που έχει συμβατική υποχρέωση να αποδέχεται το μέσο πληρωμής.

2. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, στις συναλλαγές που γίνονται με μέσο ηλεκτρονικού χρήματος δεν εφαρμόζονται το άρθρο 4 παράγραφος 1, το άρθρο 5 στοιχείο β) δεύτερη και τρίτη περίπτωση, τα άρθρα 6, 7 παράγραφος 2 στοιχεία γ) και δ), το άρθρο 7 παράγραφος 2 στοιχείο ε) πρώτη περίπτωση, το άρθρο 8 παράγραφοι 1, 2 και 3 και το άρθρο 9 παράγραφος 2. Ωστόσο, εάν το μέσο ηλεκτρονικής πληρωμής χρησιμοποιείται για τη φόρτιση (και αποφόρτιση) αξίας με εξ αποστάσεως πρόσβαση στο λογαριασμό του κατόχου, η παρούσα σύσταση εφαρμόζεται στο σύνολό της.

3. Η παρούσα σύσταση δεν εφαρμόζεται:

α) στις πληρωμές με επιταγή,

β) στην εγγυητική λειτουργία ορισμένων καρτών για πληρωμές με επιταγή.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας σύστασης εφαρμόζονται οι ακόλουθοι ορισμοί:

α) «μέσο ηλεκτρονικής πληρωμής»: μέσο που επιτρέπει στον κάτοχό του να πραγματοποιεί τις συναλλαγές που ορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1. Ο ορισμός καλύπτει τόσο τα μέσα πληρωμής με πρόσβαση εξ αποστάσεως όσο και τα μέσα ηλεκτρονικού χρήματος,

β) «μέσο πληρωμής με πρόσβαση εξ αποστάσεως»: μέσο που επιτρέπει στον κάτοχό του να έχει πρόσβαση σε χρηματικά ποσά που υπάρχουν σε λογαριασμό του σε χρηματοπιστωτικό ίδρυμα και να πραγρατοποιεί πληρωμές σε ένα δικαιούχο, συνήθως μέσω προσωπικού κωδικού αριθμού αναγνώρισης ταυτότητας ή/και κάθε άλλης ανάλογης απόδειξης ταυτότητας. Ο ορισμός καλύπτει ιδίως τις κάρτες πληρωμής (είτε πιστωτικές ή χρεωστικές κάρτες είτε κάρτες περιοδικής χρέωσης ή επιβάρυνσης (T& E cards) και τις μέσω τηλεφώνου ή κατ' οίκον τραπεζικές εργασίες.

γ) «μέσο ηλεκτρονικού χρήματος»: επαναφορτιζόμενο μέσο πληρωμής εκτός από τα μέσα πληρωμής με πρόσβαση εξ αποστάσεως, είτε πρόκειται για κάρτα με αποθηκευμένη αξία είτε για μνήμη ηλεκτρονικού υπολογιστή (όπου αποθηκεύονται ηλεκτρονικά μονάδες αξίας), το οποίο επιτρέπει στον κάτοχό του να πραγματοποιεί τις συναλλαγές που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1,

δ) «χρηματοπιστωτικό ίδρυμα»: ίδρυμα κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3604/93 (5),

ε) «εκδότης»: πρόσωπο το οποίο, στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων του, παρέχει σε ένα άλλο πρόσωπο μέσο πληρωμής βάσει σύμβασης που συνάπτει με αυτόν,

στ) «κάτοχος»: πρόσωπο το οποίο, κατόπιν σύμβασης που έχει συνάψει με έναν εκδότη, κατέχει μέσο πληρωμής.

ΜΕΡΟΣ ΙΙ

ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ ΤΩΝ ΟΡΩΝ ΤΩΝ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ

Άρθρο 3

Ελάχιστες πληροφορίες που πρέπει να περιέχονται στους όρους και προϋποθέσεις που διέπουν την έκδοση και χρησιμοποίηση ηλεκτρονικού μέσου πληρωμής

1. Κατά την υπογραφή της σύμβασης ή, σε κάθε περίπτωση, έγκαιρα πριν από την παράδοση του ηλεκτρονικού μέσου πληρωμής, ο εκδότης ανακοινώνει στον κάτοχο τους συμβατικούς όρους και προϋποθέσεις (εφεξής: «οι όροι») που διέπουν την έκδοση και χρησιμοποίηση του ηλεκτρονικού μέσου πληρωμής. Οι όροι θα πρέπει να προσδιορίζουν το εφαρμοστέο δίκαιο στη σύμβαση.

2. Οι όροι γνωστοποιούνται εγγράφως, περιλαμβανομένων κατά περίπτωση και των ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας, σε εύληπτη διατύπωση και ευχερώς κατανοητή μορφή, και συντάσσονται τουλάχιστον στην ή στις επίσημες γλώσσες του κράτους μέλους στο οποίο προσφέρεται το ηλεκτρονικό μέσο πληρωμής.

3. Οι όροι περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα ακόλουθα:

α) περιγραφή του ηλεκτρονικού μέσου πληρωμής και, κατά περίπτωση, των τεχνικών προδιαγραφών του εξοπλισμού επικοινωνίας που επιτρέπεται να χρησιμοποιεί ο χρήστης και του τρόπου με τον οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί, περιλαμβανομένων των εφαρμοζόμενων ανώτατων χρηματικών ορίων, εάν υπάρχουν,

β) περιγραφή των αντίστοιχων υποχρεώσεων και ευθυνών του κατόχου και του εκδότη, αναφέρονται ιδίως οι βασικές προφυλάξεις που πρέπει να λαμβάνει κάτοχος για να εξασφαλίσει την ασφάλεια του μέσου ηλεκτρονικής πληρωμής, καθώς και τα μέσα που του επιτρέπουν να το χρησιμοποιεί (προσωπικός αριθμός αναγνώρισης ταυτότητας ή άλλος κωδικός αριθμός),

γ) κατά περίπτωση, την κανονική περίοδο εντός της οποίας χρεώνεται ή πιστώνεται ο λογαριασμός του κατόχου ή, εάν ο κάτοχος δεν έχει λογαριασμό στον εκδότη, την κανονική περίοδο εντός της οποίας εκδίδεται το τιμολόγιο,

δ) τα είδη των τυχόν εξόδων που βαρύνουν τον κάτοχο. Περιλαμβάνονται ιδίως διευκρινίσεις για τα ακόλουθα έξοδα, κατά περίπτωση:

- ποσό αρχικών και ετήσιων συνδρομών,

- προμήθειες και έξοδα που καταβάλλει ο κάτοχος στον εκδότη για ορισμένα είδη συναλλαγών,

- επιτόκιο που ενδεχομένως εφαρμόζεται, περιλαμβανομένου του τρόπου υπολογισμού του,

ε) τη χρονική περίοδο εντός της οποίας μια συγκεκριμένη συναλλαγή μπορεί να αμφισβητηθεί από τον κάτοχο και αναφορά των διαδικασιών καταγγελίας και επίλυσης διαφορών στις οποίες μπορεί να προσφύγει ο κάτοχος και του τρόπου πρόσβασης σε αυτές.

4. Εάν το μέσο πληρωμής μπορεί να χρησιμοποιηθεί για συναλλαγές στο εξωτερικό (δηλαδή εκτός της χώρας έκδοσης/εγγραφής της συνδρομής), πρέπει επίσης να ανακοινώνονται στον κάτοχο οι ακόλουθες πληροφορίες:

α) αναφορά του ποσού τυχόν προμηθειών και εξόδων που βαρύνουν τις συναλλαγές σε ξένο νόμισμα, περιλαμβανομένων κατά περίπτωση των αντίστοιχων ποσοστών,

β) τη συναλλαγματική ισοτιμία αναφοράς που εφαρμόζεται για τη μετατροπή των συναλλαγών σε ξένο νόμισμα, περιλαμβανομένης της ημερομηνίας που λαμβάνεται υπόψη για τον καθορισμό της.

Άρθρο 4

Πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται μετά τη συναλλαγή

1. Ο εκδότης παρέχει στον κάτοχο πληροφορίες σχετικά με τις συναλλαγές που έχουν γίνει με ηλεκτρονικό μέσο πληρωμής. Οι πληροφορίες αυτές, που πρέπει να παρέχονται εγγράφως, περιλαμβανομένων κατά περίπτωση των ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας, και υπό ευχερώς κατανοητή μορφή, περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα ακόλουθα:

α) ένδειξη που επιτρέπει στον κάτοχο να εντοπίσει τη συναλλαγή, περιλαμβανομένων κατά περίπτωση στοιχείων σχετικά με τον αποδέκτη στον/με τον οποίο πραγματοποιήθηκε η συναλλαγή,

β) το ποσό της συναλλαγής που χρεώνεται στον κάτοχο, στο νόμισμα τιμολόγησης και, κατά περίπτωση, το ποσό σε ξένο νόμισμα,

γ) το ποσό τυχόν προμηθειών και εξόδων που εφαρμόζονται σε ορισμένα είδη συναλλαγών.

Ο εκδότης γνωστοποιεί επίσης στον κάτοχο τη συναλλαγματική ισοτιμία βάσει της οποίας γίνονται οι μετατροπές συναλλαγών σε ξένο νόμισμα.

2. Ο εκδότης ενός μέσου ηλεκτρονικού χρήματος παρέχει στον κάτοχο τη δυνατότητα να ελέγχει τις τελευταίες πέντε συναλλαγές που εκτελέστηκαν με το μέσο αυτό και την απομένουσα αποθηκευμένη αξία σ' αυτό.

ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ

ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΥΘΥΝΕΣ ΤΩΝ ΜΕΡΩΝ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ

Άρθρο 5

Υποχρεώσεις του κατόχου

Ο κάτοχος πρέπει να:

α) χρησιμοποιεί το μέσο ηλεκτρονικής πληρωμής σύμφωνα με τους όρους που διέπουν την έκδοση και χρήση του μέσου πληρωμής, ειδικότερα, ο κάτοχος λαμβάνει όλα τα προσήκοντα μέτρα για την ασφαλή φύλαξη του μέσου ηλεκτρονικής πληρωμής και των μέσων (προσωπικός αριθμός αναγνώρισης ταυτότητας ή άλλος κωδικός αριθμός) που επιτρέπουν τη χρησιμοποίησή του,

β) ειδοποιεί χωρίς καθυστέρηση τον εκδότη (ή το φορέα που αυτός έχει ορίσει) μόλις αντιληφθεί:

- την απώλεια ή κλοπή του μέσου ηλεκτρονικής πληρωμής ή των μέσων που επιτρέπουν τη χρησιμοποίησή του,

- τον καταλογισμό στο λογαριασμό του οποιασδήποτε συναλλαγής που έγινε παρά τη βούλησή του,

- τυχόν σφάλμα ή άλλη ανωμαλία στην τήρηση του λογαριασμού του από τον εκδότη,

γ) να μην καταγράφει τον προσωπικό του αριθμό αναγνώρισης ταυτότητας ή άλλο κωδικό αριθμό υπό ευχερώς αναγνωρίσιμη μορφή, ιδιαίτερα επί του μέσου ηλεκτρονικής πληρωμής ή άλλου αντικειμένου που φυλάσσει ή μεταφέρει μαζί με το μέσο ηλεκτρονικής πληρωμής,

δ) να μην ανακαλεί εντολή που έχει δώσει με το μέσο ηλεκτρονικής πληρωμής, εκτός εάν το ποσό της δεν είχε προσδιοριστεί όταν δόθηκε η εντολή πληρωμής.

Άρθρο 6

Ευθύνες του κατόχου

1. Μέχρι τη γνωστοποίησή της στον εκδότη, ο κάτοχος βαρύνεται με τις ζημίες που έχει υποστεί συνεπεία της απώλειας ή κλοπής του μέσου ηλεκτρονικής πληρωμής μέχρι ενός ορίου που δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 150 Ecu, εκτός εάν εκ βαρείας αμελείας δεν έχει τηρήσει τις διατάξεις του άρθρου 5 στοιχεία α), β) και γ) ή έχει ενεργήσει με δόλο, οπότε δεν εφαρμόζεται το ανωτέρω όριο.

2. Από το χρόνο της γνωστοποίησης στον εκδότη (ή στο φορέα που έχει ορίσει ο τελευταίος) κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 5 στοιχείο β), εκτός εάν έχει ενεργήσει με δόλο, ο κάτοχος δεν φέρει πλέον ευθύνη για τις ζημίες από την απώλεια ή την κλοπή του μέσου ηλεκτρονικής πληρωμής.

3. Κατά παρέκκλιση από τις παραγράφους 1 και 2, ο κάτοχος δεν ευθύνεται για τις συναλλαγές για τις οποίες η αναγνώριση ταυτότητας περιορίζεται στη χρησιμοποίηση εμπιστευτικού κωδικού αριθμού ή άλλης παρόμοιας απόδειξης ταυτότητας, χωρίς να απαιτείται επίδειξη ή ηλεκτρονική αναγνώριση του μέσου ηλεκτρονικής πληρωμής.

Άρθρο 7

Υποχρεώσεις του εκδότη

1. Ο εκδότης μπορεί να τροποποιήσει τους όρους, τηρώντας επαρκή προειδοποιητική προθεσμία για κάθε κάτοχο, ώστε αυτός να υπαναχωρήσει εάν το επιθυμεί. Στον κάτοχο παρέχεται ελάχιστη προθεσμία ενός μηνός, μετά την οποία ο κάτοχος θεωρείται ότι έχει αποδεχθεί τους όρους, εάν δεν έχει υπαναχωρήσει προηγουμένως.

Ωστόσο, το πρώτο εδάφιο δεν εφαρμόζεται σε περίπτωση ουσιαστικής μεταβολής του πραγματικού επιτοκίου, η οποία αρχίζει να ισχύει την ημερομηνία που αναφέρεται κατά τη δημοσίευσή της. Στην περίπτωση αυτή, και με την επιφύλαξη της συμβατικής υπαναχώρησης του κατόχου, ο εκδότης ενημερώνει σχετικά τον κάτοχο προσωπικά και το ταχύτερο δυνατό.

2. Ο εκδότης υποχρεούται:

α) να μην αποκαλύπτει τον προσωπικό αριθμό αναγνώρισης ταυτότητας ή άλλο κωδικό αριθμό παρά μόνο στον κάτοχο,

β) να μην αποστείλει στον κάτοχο μέσο ηλεκτρονικής πληρωμής που αυτός δεν έχει ζητήσει, παρά μόνον εφόσον παραδίδεται σε αντικατάσταση μέσου ηλεκτρονικής πληρωμής που ήδη κατέχει ο κάτοχος,

γ) να τηρεί επί εύλογο χρονικό διάστημα εσωτερικά αρχεία ώστε να είναι δυνατός ο εντοπισμός των συναλλαγών που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 και η επανόρθωση των σφαλμάτων,

δ) να εξασφαλίσει στον κάτοχο κατάλληλα μέσα για να προβεί στη γνωστοποίηση που απαιτείται βάσει του άρθρου 5 στοιχείο β). Εάν η γνωστοποίηση γίνεται τηλεφωνικά, ο εκδότης (ή ο φορέας που αυτός ορίζει παρέχουν στον κάτοχο τα μέσα για να αποδείξει ότι προέβη στην εν λόγω γνωστοποίηση,

ε) σε κάθε διαφορά με τον κάτοχο σχετικά με συναλλαγή που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 1, και με την επιφύλαξη ενδεχόμενων ανταποδείξεων εκ μέρους του κατόχου, να αποδεικνύει ότι η συναλλαγή:

- καταγράφηκε και καταχωρήθηκε ορθά στους λογαριασμούς,

- δεν επηρεάστηκε από τεχνική βλάβη ή άλλη δυσλειτουργία.

Άρθρο 8

Ευθύνες του εκδότη

1. Ο εκδότης ευθύνεται, με την επιφύλαξη των άρθρων 5, 6 και 7 παράγραφος 2 στοιχεία α) και ε):

α) για τη μη εκτέλεση ή τη μη ορθή εκτέλεση των συναλλαγών του κατόχου που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1, ακόμη και εάν η συναλλαγή έγινε σε μηχανήματα/τερματικά που υπόκεινται στον άμεσο ή αποκλειστικό έλεγχο του εκδότη, ή με εξοπλισμό τη χρησιμοποίηση του οποίου δεν έχει επιτρέψει ο εκδότης,

β) για συναλλαγές που πραγματοποιήθηκαν παρά τη βούληση του κατόχου, καθώς και για κάθε σφάλμα ή ανωμαλία που καταλογίζεται στον εκδότη κατά την τήρηση του λογαριασμού του κατόχου.

2. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 3, η ευθύνη του εκδότη σύμφωνα με την παράγραφο 1 καλύπτει:

α) το ποσό της μη εκτελεσθείσας ή μη ορθώς εκτελεσθείσας συναλλαγής προσαυξημένο ενδεχομένως με τους σχετικούς τόκους

β) το ποσό που απαιτείται για την επαναφορά του κατόχου στην κατάσταση προ της συναλλαγής που έγινε παρά τη βούλησή του.

3. Τυχόν περαιτέρω οικονομικές συνέπειες, ιδίως όσον αφορά τα θέματα προσδιορισμού της έκτασης της ζημίας για την οποία οφείλεται αποζημίωση, βαρύνουν τον εκδότη σύμφωνα με τη νομοθεσία που εφαρμόζεται στη σύμβαση μεταξύ του εκδότη και του κατόχου.

4. Ο εκδότης ευθύνεται έναντι του κατόχου μέσου ηλεκτρονικού χρήματος για την απώλεια αξίας αποθηκευμένης στο μέσο αυτό και για τη μη ορθή εκτέλεση των συναλλαγών του κατόχου, εφόσον η απώλεια ή η μη ορθή εκτέλεση οφείλεται σε δυσλειτουργία του μέσου ηλεκτρονικού χρήματος, του μηχανήματος/τερματικού ή οποιουδήποτε άλλου εξοπλισμού που επιτρέπεται να χρησιμοποιηθεί για την εκτέλεση συναλλαγών, εφόσον η δυσλειτουργία δεν προκλήθηκε εκ προθέσεως από τον κάτοχο ή λόγω μη τήρησης του άρθρου 3 παράγραφος 3 στοιχείο α).

ΜΕΡΟΣ ΙV

ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΗ, ΕΠΙΛΥΣΗ ΤΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΗ ΔΙΑΤΑΞΗ

Άρθρο 9

Γνωστοποίηση

1. Ο εκδότης (ή ο φορέας που αυτός έχει ορίσει) παρέχει τα μέσα που επιτρέπουν στον κάτοχο να γνωστοποιήσει καθ' όλο το εικοσιτετράωρο την απώλεια ή κλοπή του μέσου ηλεκτρονικής πληρωμής.

2. Ο εκδότης (ή ο φορέας που αυτός έχει ορίσει), μόλις λάβει τη γνωστοποίηση, υποχρεούται, ακόμη και εάν ο κάτοχος επέδειξε βαρεία αμέλεια ή δόλο, να λάβει κάθε εύλογο μέτρο που έχει στη διάθεσή του για να αποτρέψει κάθε περαιτέρω χρησιμοποίηση του μέσου ηλεκτρονικής πληρωμής.

Άρθρο 10

Επίλυση διαφορών

Τα κράτη μέλη καλούνται να εξασφαλίσουν την ύπαρξη πρόσφορων και αποτελεσματικών μέσων σχετικά με την επίλυση των διαφορών μεταξύ του κατόχου και του εκδότη.

Άρθρο 11

Τελική διάταξη

Τα κράτη μέλη καλούνται να λάβουν τα αναγκαία μέτρα ώστε οι εκδότες μέσων ηλεκτρονικής πληρωμής να εναρμονίζουν τις δραστηριότητές τους προς τα άρθρα 1 έως 9 το αργότερο μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 1998.

Βρυξέλλες, 30 Ιουλίου 1997.

Για την Επιτροπή
Mario MONTI
Μέλος της Επιτροπής

(1) ΕΕ αριθ. L 365 της 24. 12. 1987, σ. 72.

(2) ΕΕ αριθ. L 95 της 21. 4. 1993, σ. 29.

(3) ΕΕ αριθ. L 42 της 12. 2. 1987, σ. 48.

(4) ΕΕ αριθ. L 61 της 10. 3. 1990, σ. 14.

(5) ΕΕ αριθ. L 332 της 31. 12. 1993, σ. 4.