Διεθνές - Ευρωπαϊκό επίπεδο / Συστήματα πληρωμών
- 12
- ΟΚΤ
- 2009
Κανονισμός (ΕΚ) 924/2009 για τις διασυνοριακές πληρωμές στην Κοινότητα
και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2560/2001
Ο Κανονισμός (ΕΚ) 924/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Σεπτεμβρίου 2009, για τις διασυνοριακές πληρωμές στην Κοινότητα και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2560/2001, δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης την Παρασκευή, 9 Οκτωβρίου 2009 (L 266, σελ. 11).
Σύμφωνα με τις βασικότερες διατάξεις του Κανονισμού (ΕΚ) 924/2009:
-
Αρχίζει να εφαρμόζεται από την 1η Νοεμβρίου 2009 (άρθρο 17).
-
Από την 1η Ιανουαρίου 2010, τα κράτη μέλη καταργούν τις εθνικές υποχρεώσεις παροχής στοιχείων βάσει διακανονισμών που επιβάλλονται στους φορείς παροχής υπηρεσιών πληρωμής για τις στατιστικές του ισοζυγίου πληρωμών που αφορούν πράξεις πληρωμών των πελατών τους μέχρι 50 000 ευρώ (άρθρο 5, παράγραφος 1).
-
Ελλείψει διμερούς συμφωνίας μεταξύ των φορέων παροχής υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου και του πληρωτή, εφαρμόζεται πολυμερής διατραπεζική προμήθεια ύψους 0,088 ευρώ, καταβλητέα από τον φορέα παροχής υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου προς τον φορέα παροχής υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή, σε κάθε διασυνοριακή πράξη άμεσης χρέωσης που εκτελείται πριν από την 1η Νοεμβρίου 2012, εκτός εάν έχει συμφωνηθεί χαμηλότερη πολυμερής διατραπεζική προμήθεια από τους ενδιαφερόμενους φορείς παροχής υπηρεσιών πληρωμών (άρθρο 6).
-
Οι επιβαρύνσεις που χρεώνονται από έναν φορέα παροχής υπηρεσιών πληρωμής σε χρήστη υπηρεσιών πληρωμών για τις διασυνοριακές πληρωμές μέχρι το μέγιστο ποσό των 50 000 ευρώ είναι οι ίδιες με τις επιβαρύνσεις που χρεώνονται από τον ίδιο φορέα παροχής υπηρεσιών πληρωμής στους χρήστες υπηρεσιών πληρωμών για τις αντίστοιχες εθνικές πληρωμές της ίδιας αξίας και με το ίδιο νόμισμα. Κατά την εκτίμηση, για τους σκοπούς της συμμόρφωσης με την παράγραφο 1, του επιπέδου των επιβαρύνσεων για μια διασυνοριακή πληρωμή, ο φορέας παροχής υπηρεσιών πληρωμής προσδιορίζει την αντίστοιχη εθνική πληρωμή (άρθρο 3, παράγραφοι 1 και 2).